Ποίηση- Συγγραφή Αικατερίνη Βασιλική Γαλιτσίδου
Homo universalis
Ένα μικρό δωμάτιο
χρειάζεται ο ποιητής.
Δύο επί τρία.
Τι άλλο;
Κι ένα στενό παραθύρι, που
τα παντζούρια του σαν γρυλίζουν, τον κάνουν να ονειρεύεται·
θάλασσες, ουρανούς και
σύννεφα
κύματα, λαγκαδιές και
δέντρα
ανάσες, αγάπες, ζωή και
θάνατο.
Στην σκοτεινιά και την
αστροφεγγιά ανασταίνει έρωτες,
διηγείται χαμένες
ανιστόρητες αγάπες.
Στο φέγγος και το ηλιόφωτο
ρεμβάζει και πλανάται.
Μόνος, κατάμονος στέκει
ώσπου να πέσει η βραδιά,
και τότε μέσα από την πένα
του βγάζει νόημα η ζωή του.
Ένα μικρό καμβά χρειάζεται
ο ζωγράφος.
Μια επιφάνεια ίση με μισό
τραπέζι.
Τι άλλο;
Να παίρνει το πινέλο του
και η σκέψη του να γίνεται μωβ, άσπρο και θαλασσί,
να ταξιδεύει στο πράσινο
του βουνού και στο βαθυγάλαζο του ωκεανού,
και ν’ αφήνει το μαύρο
πίσω του,
κείνο τ’ άραχνο κι
απάνθρωπο,
ξεχασμένο στη γη της
ανυπαρξίας του για πάντα.
Και να γεννά καράβια και
νησιά,
ναούς, σπίτια, ανθρώπους
και θεριά,
όντα και πλανήτες.
Και ν’ αποδίδει ξανά και
ξανά, φαντασιακά τις εικόνες της ψυχής του.
Ένα μικρό δέντρο
χρειάζεται ο φιλόσοφος.
Τρία ή τέσσερα μέτρα ύψος.
Τι άλλο;
Να κάθεται κάτω από τη
φυλλωσιά του τ’ απομεσήμερο και να συλλογιέται.
Μέχρι πούθε φτάνει το
στερέωμα και σε ποιό σημείο συναντά η γή τον ωκεανό;
Και όταν το δείλι
πλησιάζει, στο θρόϊσμα των φύλλων του
ν’ αναμετρά την
ανατέλλουσα σελήνη· Πόσο απέχει να τη φτάσει;
Και τ΄άστρα χρυσές
σταλαγματιές στο άπειρο να καθοδηγούν το νου του.
Στην σκοτεινή νυχτιά
μοναδικός εξάντας της ύπαρξής του οι φωτεινές ψυχές τ’ ουρανού·
ο Ωρίων, η Άρκτος, ο Ηνίοχος,
και τα χαμένα πεφταστέρια.
Ώσπου το ξημέρωμα,
ξάγρυπνος να μελετά τα σημάδια του ορίζοντα,
το έρεβος και το θάμπος,
και να μετριέται κάπου
εκεί ανάμεσα, ξαλαφρώνοντας τα επίγεια δεσμά του.
ποιητής, ζωγράφος,
φιλόσοφος
Άνθρωπος σε όλα του, Αλήθεια
γάρ γυρεύει·
Αυτός και η ψυχή του.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου