Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Κάθριν και Χήθκλιφ ένας ελεγειακός έρωτας εις τους αιώνες των αιώνων. Σκέψεις και σχολιασμός επάνω στο έργο της Emily Bronte “Wuthering Heights”, 1847. Συγγραφή: Αικατερίνη- Βασιλική Γαλιτσίδου


Κάθριν και Χήθκλιφ ένας ελεγειακός έρωτας εις τους αιώνες των αιώνων
Σκέψεις και σχολιασμός επάνω στο έργο της Emily BronteWuthering Heights”, 1847
Συγγραφή: Αικατερίνη- Βασιλική Γαλιτσίδου

Τελειώνοντας για δεύτερη φορά το μυθιστόρημα της Έμιλυ Μπροντέ «Ανεμοδαρμένα Ύψη» μέσα σε τρία χρόνια (το πρώτο ανάγνωσμα ήταν το αυθεντικό στην αγγλική πρωτότυπη γλώσσα των εκδόσεων «Worldsworth Classics 1992», το δεύτερο σε μετάφραση Άρη Μπερλή, εκδόσεις Άγρα, 2012») ένιωσα ξανά πάλι εκείνο το πρωτόγνωρο ηδονικό ρίγος που γεννιέται μέσα σε μια εφηβική ψυχή που αγαπήθηκε και αγάπησε τον παιδικό της φίλο. Ήταν αναπόφευκτο να μην μοιραστώ τα συμπεράσματά μου και τις σκέψεις μου για τους δύο πρωταγωνιστές της Έμιλυ , Κάθριν και Χήθκλιφ, και το μεγαλείο της συγγραφέως.
Διαβάζοντας αναρίθμητες κριτικές στην διάρκεια των ετών από τη στιγμή που κυκλοφόρησε και ζυγιάζοντας τις καλλιτεχνικές επιρροές του έργου ως σήμερα καταλαβαίνω, από μία προσωπική σκοπιά, για ποιό λόγο το μοναδικό μυθιστόρημα της Έμιλυ είναι αναντικατάστατο. Ας προχωρήσω όμως στο θέμα.
          Ο έρωτας της Κάθριν και του Χήθκλιφ είναι μέσα στις αντιφάσεις. Σμιλεύεται μέσα στους χερσότοπους του Γουέδερινγκ Χάιτς, που τους δέρνει ο άνεμος και βρίσκει απάγκιο η άγρια φύση. Ο Χήθκλιφ είναι άγνωστης προελεύσεως, η Κάθυ είναι γόνος ευκατάστατης οικογένειας με ανώτερο κοινωνικό στάτους, ωστόσο και οι δύο το ίδιο επαναστατικοί χτίζουν μια ιδιόμορφη αγάπη, με ψήγματα πειράγματος, μίσους, ανταγωνισμού, αλλά και λατρείας, εξάρτησης, αφοσίωσης. Από παιδιά ξεχύνονται, παρά τους όποιους περιορισμούς και τιμωρίες, στα δύσβατα τοπία που περιβάλλουν την οικία τους ανακαλύπτοντας πόσο βαθιά ταιριάζουνε τόσο μεταξύ τους όσο και με το τοπίο. Είναι σαν ο απρόβλεπτος καιρός που «κακοποιεί» τα βράχια, μια με τα πάνω του και μια με τα κάτω του, να είναι η απεικόνιση των χαρακτήρων τους, και σαν η ίδια η δυσνόητη σχέση τους να προβάλλεται σε τούτους τους βράχους –νατουραλισμός της Έμιλυ Μπροντέ και έντονη φυσιολατρία: «Η αγάπη μου για τον Χήθκλιφ μοιάζει σαν τα αιώνια βράχια που βρίσκονται από κάτω: είναι η πηγή μίας μικρής ορατής ευχαρίστησης, μα αναγκαίας.», ελεύθερη μετάφραση από το αυθεντικό κείμενο, σελ. 56 , “Wuthering Heights”, «Worldsworth Classics 1992», λέει η Κάθριν στην πιστή οικονόμο Νέλλυ Ντην, από το στόμα της οποίας μαθαίνουμε όλη την ιστορία που ξετυλίγει άψογα η συγγραφέας.

Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει και το έξοχο σκηνοθετικό ταλέντο της Έμιλυ. Δεν είναι διόλου τυχαία και η επιλογή του Θράσκρος Γκρέηντζ σε μια απάνεμη κοιλάδα, επιμελώς καλλωπισμένη με φυτά και λουλούδια, πολύ χαμηλότερα φυσικά από τις απάτητες βραχοσυστάδες του Γουέδερινγκ Χάιτς, όπου ζουν οι πιο εξευγενισμένοι και καλλιεργημένοι Λίντον. Αλλά δεν θα ήθελα να αναλωθώ στην πληθώρα δίπολων (με τις συγκρίσεις που αυτά γεννούν) που δημιουργεί η Έμιλυ, πόσο περίτεχνα και εύγλωττα εντάσσει τους χαρακτήρες τις σε κόσμους αντιθετικούς, αλλά από την άλλη πόσο ανατρεπτική είναι. Και ενώ θα περίμενε κανείς πως η ερωτική συνεύρεση αυτού του ζεύγους (Χήθκλιφ και Κάθρην) λόγω της δυναμικής του ζεύγους και της επαναστατικότητας θα ήταν ολέθρια, στην ουσία ολέθρια είναι η συνένωση με την οικογένεια Λίντον (Ζεύγος Κάθριν Έρνσω- Έντγκαρ Λίντον και ως αντεκδίκηση ζεύγος Χήθκλιφ- Ισαβέλλα Λίντον).

Επίσης να επισημάνω ότι για την Έμιλυ Μπροντέ δεν υπάρχει ούτε απόλυτα καλός χαρακτήρας, ούτε απόλυτα κακός χαρακτήρας. Όλοι έχουν και τις καλές και τις κακές πλευρές του (η λογική οικονόμος Έλεν Ντην, ο εμμονικά θρησκόληπτος και κατά τα άλλα “αμόρφωτος” βοηθός του Γουέδερινγκ Χάιτς Ιωσήφ, ο επιπόλαιος μα ανοιχτόκαρδος κύριος Έρνσω, πατέρας της Κάθυ και του Χίντλυ κλπ.)
Ω ναι η Έμιλυ είναι απίστευτη ηθογράφος! Είναι βαθιά αναλύτρια της ανθρώπινης ψυχής, ξεδιπλώνει τις μύχιες σκέψεις και αδυναμίες των χαρακτήρων της με απλές σκηνές και καθαρούς διαλόγους.
Όμως θα εμβαθύνω στο συγκλονιστικό κομμάτι, για τα προσωπικά μου γούστα, του βιβλίου της. Τη σχέση της Κάθριν και του Χήθκλιφ. Σαρώνει τα κατεστημένα, είναι «μια γροθιά» στην ιστορία του Ρωμαίου και την Ιουλιέτας, του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Κατά αυτήν την έννοια δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε σαιξπηρική, ούτε αρχαία τραγωδός η Έμιλυ Μπροντέ. Αντιθέτως πάει πολλά βήματα πιο μπροστά από την εποχή της. Οι πρωταγωνιστές της δεν είναι οι τρυφεροί εραστές που τους χωρίζει η κακιά η μοίρα, το αταίριαστο κοινωνικό γίγνεσθαι, οι έριδες των οικογενειών τους, ο θάνατος. Οι ίδιοι ορίζουν με το πάθος τους την ιστορία τους, γράφουν την ιστορία της αγάπης τους όπως κανένα άλλο ζευγάρι στα κλασσικά έργα δεν έχει γράψει. Όσο παράτησε η Κάθριν τον Χήθκλιφ για χάρη του Έντκαρ ( αν και κατά βάθος κολακευόταν ανιαρά το εγώ της και ήθελε να βοηθήσει με τα πλούτη αυτού τον Χήθκλιφ), άλλο τόσο και ο Χήθκλιφ την παράτησε με μένος στο έλεος των ανίσχυρων αποφάσεών της για να γυρίσει δριμύτερος και να αποκρούσει την κριτική της απέναντι στις ανικανότητές του (κοινωνικές, μορφωτικές και οικονομικές). Δεν την διεκδίκησε, δεν την πήρε να το σκάσουν μαζί όπως συνήθιζαν από παιδιά στους αγαπημένους τους χερσότοπους.  Κατά κάποιο τρόπο την έσπρωξε στην αγκαλιά του κατά τα άλλα φιλήσυχου Έντγκαρ Λίντον. Αλλά και ο Έντγκαρ Λίντον και η Ισαβέλλα η αδερφή του, στην οποία στράφηκε ο Χήθκλιφ για να πονέσει την Κάθριν, δεν είναι άγιοι, όπως φαινομενικά θα πίστευε κάποιος λόγω της μόρφωσης, της ανώτατης κοινωνικά οικογένειάς τους (παιδιά δικαστή). Το σύμπαν της Έμιλυ δεν είναι αγγελικά πλασμένο, κάθε άλλο.
Η σύζευξη Χήθκλιφ- Ισαβέλλας είναι αυτό που αποτελειώνει την Κάθριν. Εγκλωβισμένη στη λάθος επιλογή, που ένας συνετός νους θα όριζε ως την τέλεια επιλογή για το επαναστατικό της πνεύμα, κλεισμένη στο Θράσκρος Γκρέηντζ, στο χρυσό κλουβί της, καταρρέει αφού νιώθει πως έχασε για πάντα τον Χήθκλιφ και τα Ανεμοδαρμένα Ύψη. Δεν διστάζει όμως να το ανακοινώσει : «Θα με ξεχάσεις; Θα είσαι ευτυχισμένος όταν θα είμαι μέσα στη γη;  Άραγε θα πεις σε είκοσι χρόνια από τώρα : Αυτός είναι ο τάφος της Κάθριν Έρνσω. Την αγαπούσα πολύ παλιά, και καταρρακώθηκα όταν την έχασα, αλλά αυτό ανήκει στο παρελθόν. Αγάπησα πολλές από εκεί και έπειτα, τα παιδιά μου είναι πιο σημαντικά για μένα από ότι ήταν αυτή, και στο θάνατο δε θα χαρώ που θα πάω να την συναντήσω, αντίθετα θα λυπηθώ που πρέπει ν’ αφήσω τα παιδιά μου.» .», ελεύθερη μετάφραση από το αυθεντικό κείμενο, σελ. 115, “Wuthering Heights”, «Worldsworth Classics 1992» . Και τελικά το πράττει. Κάνοντας κομμάτια τον Χήφκλιφ που ξεσπάει σπαραξικάρδια: «Κάθρην Έρνσω σου εύχομαι να μην ησυχάσεις όσο ζω! Είπες πως σε σκότωσα- στοίχειωσέ με τότε! Ο δολοφονημένος στοιχειώνει πάντα τον δολοφόνο του. Πιστεύω πως τα φαντάσματα περιπλανούνται πάνω στη γη. Τότε να είσαι μαζί μου πάντα, πάρε όποια μορφή θέλεις, τρέλανέ με! Μόνο μη μ’ αφήνεις σε αυτή την άβυσσο όπου δεν μπορώ να σε βρω! Ω Θεέ μου! Είναι απερίγραπτο! Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τη ζωή μου! Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την ψυχή μου!», ελεύθερη μετάφραση από το αυθεντικό κείμενο, σελ. 122, “Wuthering Heights”, «Worldsworth Classics 1992».
Από αυτό το σημείο όλο το είναι του Χήθκλιφ γεμίζει με τον αφόρητο πόνο της απώλειας που γίνεται μανία εκδίκησης για όσους του στέρησαν την αγαπημένη του. Ζεί για να δεί τον Χίντλυ να υποφέρει και να ξεφτιλίζεται (εξάλλου αυτός είναι ο υπαίτιος που μετά τον θάνατο του πατέρα Έρνσω τον υποβίβασε σε υπηρέτη, μη χάνοντας ευκαιρία να τον υποτιμά και να τον ξυλοφορτώνει με ευτελείς δικαιολογίες). Ζεί για να εκδικηθεί τον Έντγκαρ Λίντον που του πήρε την αγαπημένη του Κάθριν. Και η εκδίκηση παρασέρνει στο διάβα της και την επόμενη γενιά , την κόρη της Κάθρην , Κάθυ, τον γιο του με την Ισαβέλα Λίντον, το γιο του Χίντλυ, Χέαρτον που τον έχει για τις δουλειές στα χωράφια και τον στάβλο και αποφεύγει να τον επιμορφώσει. Ο γάμος της Κάθυ και του Λίντον- γιος του Χήθκλιφ και της Ισαβέλας, δεν κρατάει πολύ, μόνο τόσο όσο χρειάζεται για  να περιέλθει στα χέρια του Χήθκλιφ και το Θράσκρος Γκρέηντζ. Ο Λίντον υποχωρεί στην ασθενική του φύση. Ωστόσο ο Χήθκλιφ αφού έχει λεηλατήσει τα πάντα για να εκφράσει την απελπισία του για τη χαμένη του αγάπη, τώρα πια δε βρίσκει νόημα σε τίποτα, δεν μπορεί να ησυχάσει. Η Κάθριν είναι παντού γύρω του και βασανίζεται ατελείωτα γιατί δεν μπορεί να την φτάσει : «Και τι δεν την ανακαλεί; Δεν είναι δεμένο μαζί της; Το δάπεδο κοιτάω και τα χαρακτηριστικά της σχηματίζονται στις πλάκες! Είναι σε κάθε σύννεφο, σε κάθε δέντρο. Γεμίζει τον αέρα της νύχτας, τη βλέπω φευγαλέα στα πράματα της μέρας – όπου και αν γυρίσω βλέπω την εικόνα της! Τα πιο κοινά πρόσωπα ανδρών και γυναικών- τα ίδια μου τα χαρακτηριστικά – με ξεγελάνε πως είναι εκείνη. Ο κόσμος ολόκληρος είναι μία ατελείωτη σειρά υπομνήσεων ότι υπήρξε- και την έχασα!» σελ. 428 μετάφραση από το αυθεντικό κείμενο Άρης Μπερλής εκδόσεις Άγρα, 2012. Τι εκπληκτικός μονόλογος, ενός πραγματικά ερωτευμένου άντρα που σπαρακτικά στερείται τη μία και  μοναδική του αγαπημένη!
Μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος πραγματικά ξετυλίγεται ένας ανεκδιήγητος έρωτας με την κυριολεκτική σημασία του επιθετικού προσδιορισμού. Ποιός αναγνώστης δεν ζήλεψε το σθένος, τα νιάτα, τη δύναμη, το πάθος των πρωταγωνιστών; Την θηλυκότητα της Κάθριν και την αρρενωπότητα του Χήθκλιφ; Πότε άλλοτε στην λογοτεχνία περιγράφτηκε μια τόσο θυελλώδης αγάπη που παρασέρνει τα πάντα; Χρονικά εξελίσσεται ανάμεσα σε τρεις γενιές (πρόγονοι- τωρινοί πρωταγωνιστές- απόγονοι.). Και η συνέχεια αυτών τα καταφέρνει με ηρεμότερες εσωτερικές δυνάμεις έλξης. Και αν η Κάθρην γνώρισε πρώτα τον καρμικό της έρωτα και μετά τον Έντγκαρ Λίντον, η κόρη της η Κάθυ ήταν πιο τυχερή, γνώρισε πρώτα τον Λίντον, και όπως η φύση αποδιώχνει τον λειψό το σπόρο και δεν βλασταίνει, έτσι και αυτός σβήνει σύντομα και την απαλλάσσει από έναν αταίριαστο γάμο. Και τη θέση στην καρδιά της παίρνει ο εύρωστος ξάδερφός της ο Χέαρτον. Και αυτό είναι το αισιόδοξο μήνυμα της Εμιλυ Μπροντέ. Παρά τα οδυνηρά γεγονότα που συνδέουν τις επαύλεις και τις ζωές των δύο οικογενειών, παρά την καταδιωκτική λύσσα του Χήθκλιφ που θέλει να ισοπεδώσει τα πάντα για να σβήσει τον πόνο του, η ζωή συνεχίζεται. Και ζήσαν αυτοί καλά…οι απόγονοι των Έρνσω-Λίντον.
Όσο για τον Χήφκλιφ, ο πόνος έχει αρχίσει να γίνεται παράνοια. Στην κηδεία του Έντγκαρ Λίντον πληρώνει το νεκροθάφτη ν’ ανοίξει  τον τάφο της Κάθριν και να ξηλώσει το πλαϊνό καδρόνι όχι από την μεριά του Λίντον βεβαίως, αλλά από την μεριά που πρόκειται να μπεί αυτός. Τον διατάζει να κάνει το ίδιο και στο φέρετρό του, ώστε τα σώματά τους να είναι για πάντα ενωμένα. Για άλλη μια φορά η ευφάνταστη συγγραφέας πρωτοτυπεί. Πόσες φορές δεν έχει ειπωθεί σε όλες τις μορφές της τέχνης για τα πολυαγαπημένα ζευγάρια «Μόνο ο θάνατος θα μας χωρίσει!». Στα Ανεμοδαρμένα Ύψη λοιπόν δε συμβαίνει αυτό. Τελικά μόνο ο θάνατος ενώνει τον Χήθκλιφ και την Κάθριν, και κείτονται γαλήνια ο ένας δίπλα στον άλλο, ήρεμοι πια. Το επιβεβαιώνει και ο ενοικιαστής Λόκγουντ, παρατηρητής του τέλους της τραγικής ιστορίας, περιγράφοντας τις ταφόπλακες με τις επωνυμίες χαραγμένες επάνω. Είναι τοποθετημένες στην μικρή πλαγιά του παρεκκλησίου, δίπλα στον χερσότοπο.
Και αν το τέλος είναι πικρό και άδικο για τον Χήθκλιφ και την Κάθριν, η Έμιλυ πάλι κάνει το θαύμα της. Ο Χέαρτον και η Κάθυ φεύγουν για να ζήσουν οριστικά στο Θράσκρος Γκρέηντζ, αμέσως μετά την κηδεία του Χήθκλιφ που βρίσκεται νεκρός στο κρεβάτι του Γουέδερινγκ Χάιτς όπου μοιράστηκε όλες τις πολύτιμες στιγμές με την Κάθριν. Με το παράθυρο ανοιχτό, τα μάτια ανοιχτά και το σώμα μουσκεμένο από την βροχή που κατέβρεξε το άψυχο σώμα του. Άφησε το πνεύμα της καλής του να μπεί επιτέλους μέσα του και να τον πάρει στον άλλο κόσμο. Και έτσι το  Γουέδερινγκ Χάιτς και οι χερσότοποι που το περιτριγυρίζουν γίνεται επάξια η επίγεια κατοικία που επισκέπτονται συχνά οι άϋλες μορφές του Χήθκλιφ και της Κάθριν. Σύμφωνα με τα λεγόμενα των ντόπιων και τις οπτασίες του γέρου –Ιωσήφ. Ανενόχλητοι πια «στοιχειώνουν» την περιοχή των Γουέδερινγκ Χάιτς σαν genius locci (πνεύματα του τόπου) και αφήνουν την ιστορία τους γραμμένη ανεξίτηλα στους τοίχους της έπαυλης, αλλά κυρίως στους απάτητους χερσότοπους, συγκεκριμένα τις βροχερές νύχτες («….ισχυρίζεται πως από τότε που πέθανε ο Χήθκλιφ, όταν η νύχτα είναι βροχερή, τους βλέπει και τους δύο από το παράθυρο της κάμαρης του.» σελ. 428 μετάφραση από το αυθεντικό κείμενο Άρης Μπερλής, εκδόσεις Άγρα, 2012.). Η Έμιλυ Μπροντέ αποζημιώνει και δικαιώνει το ερωτευμένο ζευγάρι με τραγικό και συνάμα ένδοξο τρόπο. Τους κάνει άρχοντες του εγκαταλελειμμένου πια τόπου, αθάνατες οπτασίες που περιδιαβαίνουν αχώριστοι τα μέρη που αγάπησαν και αγαπήθηκαν άνευ όρων, μοναδικούς εις τους αιώνες των αιώνων…
Και είναι σίγουρο πως αν υπήρξαν ποτέ αυτά τα δύο πρόσωπα, αν υπήρξε ποτέ αυτός ο πύργος των Ανεμοδαρμένων Υψών κάπου στο Γιόρκσαϊρ της Αγγλίας, πλήθος ανθρώπων θα συνέρεε με καρδιοχτύπι να νιώσει αυτό που ο αναγνώστης με δυσκολία συγκρατεί στο μυαλό του αλλά εγκλείει κατά τα άλλα στην καρδιά του. Το μέγεθος, το μεγαλείο μιας ουσιαστικής ανθρώπινης αγάπης που έχει δύο όψεις, την καλή και την κακή. Όπου ο ένας εραστής βλέπει στον άλλο όχι το άλλο του μισό, αλλά τον ακριβή αντικατοπτρισμό του εαυτού του. I am Heathcliff σελ.59 , “Wuthering Heights”, «Worldsworth Classics 1992», λόγια της Κάθριν Έρνσω. Πόσο λακωνικά, μέσα σε τρείς λέξεις, περικλείεται όλο το νόημα της ανθρώπινης αγάπης κατά την Έμιλυ Μπροντέ!)
          Κλείνοντας, δεν μπορώ να μην εκφράσω πως ένιωσα που μία εικοσιεξάχρονη κοπέλα, με το πρώτο και δυστυχώς μοναδικό της μυθιστόρημα καθώς πέθανε αμέσως μετά, παρά την παρθενία της και την έλλειψη προσωπικών, ερωτικών εμπειριών έγραψε τέτοιο αριστούργημα. Συγκλονίστηκα. Παρά τη χλεύη που υπέστη την εποχή που γράφτηκε (1847), ότι είναι υβριστικό έργο, κακοήθες και βίαιο, η ποιότητά του έλαμψε στην διάρκεια των ερχόμενων χρόνων και ως τα τώρα και ίσως και για πάντα. Τρομάζω και μόνο στην υποψία δεύτερου ανέκδοτου μυθιστορήματος που λέγεται ότι κατέκαψε η αδερφή της Σαρλότ αμέσως μετά τον θάνατο της Έμιλυ, με φόβο την ανηλεή λογοκρισία.

Για το τέλος κρατώ το εξαιρετικό μουσικό κομμάτι “Wuthering Heights” της Kate Bush 1978 και φυσικά την διασκευή του μέταλ συγκροτήματος Angra στο συγκεκριμένο τραγούδι το 1993.


****Εξαιρετικά αφιερωμένο σε όσους ξεκίνησαν να σκαρφαλώνουν αλλά ποτέ δεν άγγιξαν με τ’ ακροδάχτυλά τους τα  Ανεμοδαρμένα Ύψη…






THE END...